Κάποτε κάλεσε ο Χριστός όλα τα επαγγέλματα να τα βλοήσ(ει). Κίνησαν κι οι Σαρακατσιάνοι καβάλα στ' άλογά τους, να παν κι εκείνοι να τους βλοήσει ο Χριστός. Στο δρόμο όμως ηύραν μπόλικο χορτάρι κι έκατσαν λίγο να βοσκήσουν τ' άλογα τους.. Χασομέρ(η)σαν κι όταν κάποτε έφτασαν, ο Χριστός είχε μεράσει όλες τις ευκές του. «Γιατί άργησηταν»; τους είπε. «Έτσι κι έτσι, Χριστέ μ', ηύραμι χουρτάρ(ι) κι είπαμι να βουσκήσουμι λίγου τ' άλουγά μας».
«Εβλουημέν(οι), σας δίνου 'ν' ιυκή μ' αυτά (τα χορτάρια) να γέβιστι (να παιδεύεστε, ν' ασχολείστε)». Κι από τότε οι καημένοι οι Σαρακατσιαναίοι, τους έχει η μοίρα τους να κυνηγάν τα χορτάρια!
Από το βιβλίο του Γιάννη Μποτού