Κανόνας στα προξενιά των Σαρακατσιαναίων ήταν να μην ρωτάνε τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους υποψήφιους νύφη και γαμπρό. Βέβαια μπορεί νάξεραν κι αυτοί, ιδίως το παιδί, που μπορεί και να του τόλεγαν για την προξενιά που γίνεται, ή και το κορίτσι να μάθαινε απ’ τη μάνα του, όχι απ’ τον πατέρα, μα να τους ρωτήσουν, να πάρουν τη συγκατάθεσή τους, δεν τους ρώταγαν, ιδίως το κορίτσι. Να ένα παράδειγμα από το βιβλίο του Γιάννη Μποτού:
"Ο Χριστόδουλος φύλαγε νιός τα γίδια, τώγινε νιά προξενιά, έκλεισαν, πήγαν οι δικοί του κέρασαν τη νύφη.
Σα γύρισαν στα κονάκια, τόρριξαν στο γλέντι κι αρχίνησαν το τουφεκίδι, ο γαμπρός ιδέα δεν είχε. Ακούοντας τις τουφεκιές ρωτάει το σύντροφό του, που εκείνη τη στιγμή επέστρφε από τα κονάκια:
-Ωρέ τι τ’φικάν στα κουνάκια;
-Σ’ αρριβώνιασαν, ωρέ, σ’ αρριβώνιασαν.
-Είνι κανιά καλή;
-Καλή ‘νι, καλή.
-Άειντι ωρέ..!"