Παλιός σαρακατσιάνος πήγε στην κηδεία γαμπρού του από αδελφή. Αφου μπηκε μέσα στο σπίτι, για να χαιρετίσει το νεκρό και τη χαροκαμένη αδελφή του, βγήκε και πάλι στην αυλή όπου τον περίμενε ο γιος του, που τον είχε συνοδέψει μέχρι εκεί. Εκείνος πρόσεξε μια αλλαγή στην όψη του πατέρα του. Τον είδε προβληματισμένον και κατά κάποιο τρόπο... χουμπωμένον.
Τι είσαι έτσι πατέρα; ρώτησε ο γιος για να πληροφορηθεί το γεγονός που αναστάτωσε τον πατέρα του.
- Τι να σ' που παιδί μ'; Μπήκα μέσα κι άκ'σα τ'ν αδελφή μ' να λέει τ' νεκρού: "Που παέν'ς αγάπη μ΄κι μ' αφήν'ς μαναχή μ';".
Να ακούς σαρακατσιάνα να λέει, αγάπη μ'!!!
Είναι να βάν'ς τα δάχ'λα σ' κι να βγάν'ς τα σ'κώτια σ'..!