singer 100Στη χασαποταβέρνα των αδελφών Νίκου και Άγγελου -παλιοί σαρακατσιάνοι- μπήκαν μια μέρα δυο περαστικοί να φάνε. Πριν φύγουν ρώτησαν τους ιδιοκτήτες αν τους επέτρεπαν να αναρτήσουν στον τοίχο του καταστήματος μια διαφημιστική πινακίδα των ραπτομηχανών Singer. Με ευχαρίστηση το αποδέχτηκαν οι ιδιοκτήτες. Ήταν μια πινακίδα που απεικόνιζε μια γυναίκα να ράβει και από κάτω υπήρχε το κείμενο «ΡΑΨΤΕ ΤΟ ΜΟΝΗ ΣΑΣ», παροτρύνοντας τη νοικοκυρά να ράψει μόνη της το ρούχο της με την εν λόγω μηχανή.

Φεύγοντας οι αντιπρόσωποι από την ταβέρνα, έσκυψε ο μπάρμπα-Νίκος να διαβάσει το κείμενο της πινακίδας. Με τα λίγα γράμματα που ήξερε, τόνισε τη λέξη «ΜΟΝΗ» στη λήγουσα. Αλαφιασμένος φώναξε τον αδελφό του να ξηλώσουν την πινακίδα που «θα τους ντρόπιαζε».
Εκεί βρισκόταν και ο ανιψιός του ο Γιώργος, ο οποίος είχε διαβάσει από πριν τι έγραφε η πινακίδα και έσπευσε να εξηγήσει στον μπάρμπα του πως πρόκειται για φράση στον πληθυντικό ευγενείας και παροτρύνει τη γυναίκα να το ράψει μόνη της και όχι αυτό που κατάλαβε ο ίδιος. Τότε ο μπάρμπα-Νίκος ρωτάει καχύποπτα:
-Και αμα είναι έτσ’ γιατί δεν το λέει καθαρά για να καταλαβαίν’ ου κόσμους;
-Και πως είναι το «καθαρά», ρώτησε ο ανιψιός.
-«Ράψτο μαναχιά σ’», ξεκαθάρισε ο μπαρμπα-Νίκος.
Αυτό δείχει πόσο καχύποπτα αντιμετώπιζαν οι πρόγονοί μας τη προσέγγιση των αστών, στα πρώτα χρόνια εγκατάστασης στις πόλεις και τα χωριά.

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.