Ο γέροντας επέστρεψε από τα... ειδήσια. Είχε πάει να ιδεί ένα κορίτσ' απ' προξένεψαν στο γιό τους. Η γ'ναίκα τ', τον κατάλαβε τα μακριά ότι δεν τ' άρεσε το κορίτσ' και ρώτησε να μάθει.
- Δεν σ’ άρεσε του κορίτσ’ γέροντα;
- Ήταν αφύσ'κου’ γριά, δεν ωδείζ’ με το θ'κό μας του παιδί.
- Κατί που ωδείζ'; Σαν τ’ν Μήτραινα;
- Ωρέ, τ’ μωρφομήτραινα βάν’ς εσύ!
- Ωρέ τ’ μουρφο-Γιάννενα! Απαντάει πάλι ο γέροντας.
- Εμ τότε σαν ποια είνι; σαν τον κώλο μ;
- Ωρέ το(υ) μωρφοκώλο σ' βάν'ς!