Ο Μήτρος, πατέρας εννιά παιδιών, κατέβηκε στο παζάρι για... κατ' πέρα δώθε. Αφού τελείωσε τις δουλειές του, πέρασε και από το καφενείο όπου σύχναζαν οι σαρακατσιάνοι, «μπακ’ κι δει κανέναν γνωστό». Εκεί συνάντησε συγγενή του, ο οποίος καθόταν στο τραπέζι με κάποιον άγνωστο στο Μήτρο, και του πρότεινε να καθίσει μαζί τους. Αφού κάθισε, ακολούθησαν οι συστάσεις. «από εδώ ο Αποστόλης ο Βαρβάτος» είπε στον Μήτρο συστήνοντας τον ομοτράπεζό του ο ξάδερφος.
Εκείνος, αφού κοίταξε με βλέμμα αμφισβήτησης τον Αποστόλη τον ρώτησε, «Τι οικογένεια έχ’ς Αποστόλ’;». «Τρία παιδιά έχω», του απάντησε εκείνος. «Αν εσύ με τρία παιδιά είσαι βαρβάτος, εγώ με εννιά τι είμαι!», είπε ο Μήτρος καμαρώνοντας. Είχε αντιληφθεί το «βαρβάτος» ως ιδιότητα και όχι ως το επώνυμο του Αποστόλη…