«Νομάδες από πανάρχαια μήτρα κτηνοτρόφων, τσελιγκάδες, προβαταραίοι, χωρίς δική τους γη και μόνιμη κατοικία, περπατάρηδες και κόσμος από λόγγα, αυτοί είναι οι Σαρακατσάνοι»
Της Αγγελικής Χατζημιχάλη
"Σαρακατσάνικη πατρίδα δεν είναι ένας ορισμένος τόπος εγκατάστασης, απ’ όπου στα πολύ παλιά χρόνια έφυγαν και σκορπίστηκαν. Πατρίδα τους είναι όλα τα φιλόξενα για την προβατοτροφία βουνά. Με τα ποίμνιά τους αλώνιζαν την ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και τις λοιπές Βαλκανικές χώρες".
Οι Σαρακατσιάνοι (ή Σαρακατσαναίοι ή Σαρακατσιαναίοι), που είναι σήμερα διασκορπισμένοι στην ηπειρωτική Ελλάδα, στη Βουλγαρία και στην ΠΓΔΜ, έχουν την ίδια αφετηρία.
Στο συμπέρασμα της κοινής καταγωγής οδηγούν τόσο η παράδοση όσο και η μελέτη της ιστορικής εξέλιξης των νομαδικών φυλών στην Ελλαδα και οι ανθρωπολογικές, λαογραφικές και γλωσσολογικές μελέτες.
Eποχικές μετακινήσεις
Ο νομαδικός βίος των Σαρακατσιάνων περιλάμβανε τις εποχικές μετακινήσεις.
Την άνοιξη "Τ' Αϊ Γιωργιού" οι Σαρακατσιάνοι ξεκινούσαν να ανέβουν το βουνό για να «ξεκαλοκαιριάσουν». Όλοι μαζί, στο «καραβάνι». Άνδρες, γυναικόπαιδα, κοπάδια.
Το φθινόπωρο, "Τ Αϊ Δημητριού", εγκατέλειπαν το βουνό και κατέβαιναν «στα χειμαδιά» δηλ., στις πεδιάδες, στον κάμπο.
Στα βουνά αναπτύσσονταν η ζωή των Σαρακατσιαναίων. Ο κάμπος, τα χειμαδιά, ήταν μια αναγκαία κατάσταση, για να ξεχειμωνιάσουν. Η χαρά των Σαρακατσιαναίων και των κοπαδιών τους, ήταν η Άνοιξη, "τ’ Αϊ Γιωργιού", όταν ξεκινούσαν και πάλι για τα βουνά. Διαβάστε πως περιγράφει στην αφήγησή του ο σαρακατσιάνος τραγουδιστής Νίκος Γιαννακός "Τη Στράτα"
Ενδεικτικό της δύσκολης ζωής των Σαρακατσιαναίων είναι ο εξής διάλογος, που βρήκαμε στο βιβλίο του Ευριπίδη Μακρή «Ζωή και Παράδοση των Σαρακατσαναίων»:
"Ου Σπύρου Τζιμιρκιώτ'ς ήταν γέρουντας. Ου Λευτέρ' Μάστουρας θέλησι να τουν π(ει)ράξ'
- Έμαθις μπαρμπα-Σπύρου;
- Τι πιδί μ';
- Βγήκι ένα φάρμακου κι ξανανιών'ς.
- Αλήθεια Λευτέρ';
- Αλήθεια μπάρμπα...
- Τι λες ωρέ πιδί μ'! ιγώ τρόμαξα να πιράσω ιτούτ' τ΄ν παλιουζωή, ποιος θα ματατραβήξ' ούλα αυτίνα απ' πέρασα!"
Πότε και γιατί διασκορπίστηκαν οι Σαρακατσαναίοι;
Υπάρχει η άποψη πως ο διασκορπισμός των Σαρακατσιάνων έγινε επί Τουρκοκρατίας. Η μεγαλύτερη μετακίνηση των Σαρακατσιάνων έγινε στα χρόνια του Αλή Πασά, από το 1788 μέχρι και το 1821, στους πολέμους, που είχε με τους Σουλιώτες και τον Κατσαντώνη, καθώς και στα χρόνια της μεγάλης επανάστασης. Αλήθεια όμως είναι πως οι Σαρακατσιάνοι ήταν παντα διασκορπισμένοι στους διάφορους βοσκότοπους. Τα τσελιγκάτα χρειάζονταν μεγάλες εκτάσεις και πόσιμο νερό. Επίσης έπρεπε να βρίσκονται κοντά σε αστικά κέντρα για να μπορούνε να πουλάνε τα προϊόνα τους. Άρα ήταν σε όλες ις περιοχές που προσφέρονταν για την προβατοτροφία.
Η ονομασία - Γιατί «Σαρακατσιάνοι (Σαρακατσαναίοι, Σαρακατσιαναίοι)»
Οι Σαρακατσιάνοι δεν «προέκυψαν», δεν γεννήθηκαν ξαφνικά στη Βυζαντινή περίοδο ή την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το όνομά τους φαίνεται να είναι σχετικά νέο, αλλά οι Σαρακατσάνοι είναι ένα ελληνικό φύλο, που αναμφισβήτητα φτάνει στην αρχαιότητα.
Μια από τις επικρατέστερες θεωρίες είναι πως επί τουρκοκρατίας αποκαλούνταν από τον κατακτητή «Καρακατσάνοι» (από τις τουρκικές λέξεις kara δηλ., μαύρος, μαυροντυμένοι, σκληροτράχηλοι, δυνατοί, άνθρωποι αντοχής και kacan δηλ., φυγάδες). Ο συνδυασμός των δυο αυτών λέξεων εξέφραζε και απέδιδε όχι μόνο τον τρόπο ζωής τους στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη συμπεριφορά τους απέναντι σ' αυτή, καθώς ήταν απείθαρχοι και ανυπότακτοι, αλλά και την ιδιοσυγκρασία τους, την αντοχή στις κακουχίες και τη δύναμή τους.
Καθώς μόνο στην Ελλάδα και κυρίως στα τμήματά της που απελευθερώθηκαν τελευταία, οι Σαρακατσάνοι αποκαλούνται «Σαρακατσάνοι», προκύπτει, σύμφωνα με τους ερευνητές, το ερώτημα αν η ονομασία «Σαρακατσάνοι» είναι μεταγενέστερη ή προγενέστερη της «Καρακατσάνοι». Ωστόσο, πειστική απάντηση και εδώ δεν υπάρχει.
Πανηγυρική διέξοδο από τις διάφορες θεωρίες για την προέλευση της ονομασίας μας δίνει το συμπέρασμα του μελετητή Π. Αραβαντινού, που στο βιβλίο του «Χρονογραφία της Ηπείρου μέχρι το 1854», Αθήνα 1856, σημειώνει πως «καταχρηστικώς αποκαλούνται Σαρακατσάνοι, διότι ορμώνται εξ Ελλήνων και αυτόχρημα Έλληνες εισί».