(Κάθε παραλληλισμός με την σημερινή κατάσταση αφήνεται στην κρίση του καθενός)
Μια εργασία στις απόψεις του Γ.Β Καβαδία περί δικαίου των Σαρακατσάνων.
Οι πηγές του Σαρακατσάνικου δικαίου είναι το έθιμο, το αίσθημα δικαιοσύνης και ο κοινός νους. Παρ όλα αυτά,
1.Υπήρχαν έθιμα που αφορούσαν αποκλειστικά το δίκαιο και κατά συνέπεια εντοπίσιμα, αυτά καθ' εαυτά, υπήρχαν όμως και άλλα με πολλές σημασίες, των οποίων η άποψη για την δικαιοσύνη και το δίκαιο συγχέεται με τις άλλες απόψεις
2. Ο κοινός νούς και το αίσθημα δικαιοσύνης αντιπροσωπεύουν συνισταμένες, των οποίων οι συνιστώσες προέρχονται συγχρόνως από κρίσεις δικαιακές, ηθικές, θρησκευτικές, μυθικές η ορθολογιστικές.
Οι κρίσεις αυτές αντλούνταν από όλο το πολιτιστικό σύστημα των Σαρακατσάνων το οποίο αγκάλιαζε το δικαιακό χαρακτήρα και τη δικαιακή λειτουργία. Έτσι το δίκαιο των Σαρακατσάνων πρέπει να θεωρηθεί ως σφαίρα που μόνο το μισό της μέρος είναι εμφανές. Για να προσδιοριστεί και να εντοπιστεί χρειάζεται ειδική έρευνα σε όλο το σύστημα του εθιμικού δικαίου. Οι εστίες αυτού του δικαίου είναι η συζυγική οικογένεια, η εκτεταμένη οικογένεια, το τσελιγκάτο, η σαρακατσάνικη κοινωνία, οι διαιτητές και τα άτομα. Με τον όρο εστία εννοούμε τις ομάδες και τα άτομα των οποίων η δραστηριότητα δημιουργεί τα φαινόμενα δικαίου.
Η συζυγική οικογένεια ρυθμίζεται σύμφωνα με την ζωή της εκτεταμένης οικογένειας και του κύρους που αυτή ασκεί.
Το τσελιγκάτο αναπτύσσει δικό του κύκλο δικαιακής δραστηριότητας που περιορίζεται στις σχέσεις του τσέλιγκα και των συμμετεχόντων. Για οτιδήποτε ξεπερνά τις σχέσεις αυτές επικαλούνται τους κανόνες τις εκτεταμένης οικογένειας.
Η σαρακατσάνικη κοινωνία σαν γενικό πλαίσιο δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αποδέχεται και να υποστηρίζει, τους κανόνες και να επηρεάζει τη φύση τους. Όμως οι κανόνες δεν πηγάζουν από εκείνη την ίδια.
Οι διαιτητές, ως νομοθέτες, χαίρουν μιας δικαιοπλαστικής αυτονομίας που δεν είναι φαινομενική, εφόσον οι κανόνες που εφαρμόζουν πρέπει να είναι σύμφωνοι με τους δικαιακούς κανόνες γενικά, όπου η εκτεταμένη οικογένεια παίζει πρωταρχικό ρόλο, όπως και με το πολιτιστικό σύστημα των Σαρακατσάνων, που σε τελευταία ανάλυση, είναι κυρίως έργο αυτού του είδους της οικογένειας. Τα άτομα ως άτομα δεν συμμετέχουν ποτέ στην νομοθετική λειτουργία. Συμμετέχουν μόνο ως φορείς συλλογικότητας.
Το σύνολο της Σαρακατσάνικης ζωής ήταν εμποτισμένο από ηθικά κατηγορήματα τα οποία είναι πάντα παρόντα, όπως αρμόζει στα είδη εκείνα της κοινωνικής ζωής που δεν έχουν ακόμα αποπροσωποποιηθεί, αλλα είναι θεμελιωμένα στις απευθείας και όχι τυποποιημένες σχέσεις, διατηρώντας έτσι όλη την ανθρώπινη ουσία τους . Αυτή η άποψη του ηθικού βίου δεν είναι όμως μόνο αυτό που πρέπει να κάνει ο Σαρακατσάνος αλλα και αυτό που πρέπει να γίνει. Τα ηθικά προσόντα δηλαδή που πρέπει να αποκτήσει κάθε ένας και με τα οποία πρέπει να σφυρηλατήσει την προσωπικότητα του.
Ο Σαρακατσάνος έπρεπε να είναι νηφάλιος, σεμνός και συγκρατημένος στις πράξεις, τους τρόπους και τις εκφράσεις του. Να σέβεται την κοινωνική ιεραρχία και την πειθαρχία που υπαγορεύουν οι κανόνες της κοινωνικής του ζωής. Να είναι επιμελής στις υποχρεώσεις και την άσκηση των δικαιωμάτων, που ανταποκρίνονται στο ρόλο και την κοινωνική θέση του. Έπρεπε δε να συμμορφώνεται χωρίς παρεκκλίσεις από τις προδιαγραφές της παράδοσης .
Ο άνθρωπος που ασκούσε ηγετικό ρόλο είτε ως φυσική απόρροια ( αρχηγός μιας οικογένειας) η επιλέγονταν ως ηγέτης ( ενός τσελιγκάτου), έπρεπε συνεχώς να αποδεικνύει ότι είναι προσεκτικός , προβλεπτικός και δίκαιος στις δραστηριότητες άσκησης της εξουσίας του για το κοινό συμφέρον . Ως ηγέτης και άνθρωπος ο οποίος ασκούσε διοίκηση έπρεπε να δείξει υπευθυνότητα, γνώση, γενναιοφροσύνη και δικαιοσύνη. Ως επιχειρηματίας και εκπρόσωπος της κοινωνικής ομάδας που διοικούσε (συζυγική οικογένεια, εκτεταμένη οικογένεια, τσελιγκάτο ) έπρεπε να διαθέτει την ανάλογη εμπειρία, δεξιοτεχνία χειρισμών και κοινωνικότητα.
Η ίδια συμπεριφορά όμως η οποία αφορούσε τους Σαρακατσάνους ως ατομικές μονάδες ίσχυε και για τις ομάδες η τους ομαδικούς φορείς ηθικής οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να συμπεριφέρονται με συμπεριφορές παράλληλες αυτές των ατόμων.
Κλείνοντας θα αναφέρω πως αν ο Σαρακατσάνος δεν ανταποκρίνονταν στο ρόλο του η ανταποκρίνονταν ελάχιστα ανάλογα με τις συνθήκες, τον ρόλο και την κοινωνική του θέση και δεν μπορούσε να αγγίξει το ιδανικό και την τελειότητα δεν δυσφημούνταν , απλά δεν τιμούνταν, δεν διακρίνονταν από το πλήθος. Αντιθέτως όμως δυσφημούνταν κάποιος αν δεν κατέβαλε προσπάθεια συμμόρφωσης ώστε να πραγματοποιεί αυτό το ελάχιστο της ηθικής που απαιτούνταν. Αν πάλι κάποιος κατέληγε σε πλήρη ανηθικότητα , με συμπεριφορά που απορρίπτει και δεν αναγνωρίζει τις ηθικές αξίες και μετά από μία παράνομη πράξη, δεν αισθάνεται τύψεις (πράγμα που η Σαρακατσάνικη κοινωνία δεν δέχονταν με κανένα τρόπο) και αδιαφορεί για τους θεμελιακούς κανόνες της Σαρακατσάνικης ηθικής , οι οποίοι ήταν η οικογένεια, η αγνότητα, το κονάκι, η παράδοση, το ανεξάρτητο φρόνημα, το θάρρος και η λεβεντιά τότε ατιμάζεται.
Κανείς και με κανένα πρόσχημα δεν μπορεί να παραβιάζει τους κανόνες της Σαρακατσάνικης ζωής οι οποίοι αντιπροσωπεύουν μεγάλες ηθικές αξίες και απαιτήσεις. Άτομα και ομάδες ήταν ατιμασμένοι αν δεν συμμορφώνονταν με τους κανόνες της Σαρακατσάνικης ζωής όπως ήταν η δημιουργία και η λειτουργία της οικογένειας η αγνότητα, η αλληλεγγύη, η τήρηση της παράδοσης και άλλοι θεμελιακοί κανόνες της ζωής των Σαρακατσάνων. Τότε τα άτομα η οι ομάδες ήταν εκτεθειμένα σε γενική περιφρόνηση. Αυτός όμως που πλησίαζε την ιδανική εικόνα που αντιστοιχούσε στην θέση του τίμονταν από όλους. Ήταν επομένως στην διάθεση του κάθε Σαρακατσάνου να διαλέξει αν θα διακριθεί, δυσφημιστεί, ατιμασθεί ή να τιμηθεί.
Ακόμα και σήμερα θεωρώ ότι οι αρχές και οι αξίες αυτές (στους περισσότερους Σαρακατσάνους) δεν έχουν εκλείψει και οι κανόνες του εθιμικού δικαίου ισχύον ανεξαρτήτως αν ισχύει πια το αστικό δίκαιο των Ελλήνων.
Του Ζήση Κατσαρίκα