moirologistres 02Τα δημοτικά τραγούδια παράγονταν από λαϊκούς δημιουργούς και ανάλογα με τον τόπο την περίπτωση και από γενιά σε γενιά προσαρμόζονταν νέοι στίχοι και διαφοροποιούνταν και το ηχόχρωμα. Έτσι συναντάμε διαφορετικές παραλλαγές του ίδιου τραγουδιού. Είναι επίσης συνδεδεμένα με διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις.
Στην ενότητα αυτή αναφέρονται μερικά μοιρολόγια και τραγούδια της τάβλας (καθιστά):

Όλοι κοιμάνται να ξυπνάν
Τον ύπνο τον χωρταίνουν
Κι εσυ κοιμάσαι, δεν ξυπνας
Τον ύπνο δεν χορταίνεις

Αυτός ο ύπνος ο βαρύς
Κάνα καλό δεν φέρει
Σου φέρει αρρώστια στο κορμί
Και πόνο στο κεφάλι


Γυναίκα μ' θα με θυμηθείς
μωρέ γυναίκα μου
πάλι θα με χαλέψεις
Στον κάμπο ήμουν φλάμπουρας
και στα βουνά νησιάνι
ήμουν και στο σπιτάκι μας
πύργος θεμελιωμένος
Σας φύλλαγα απ' το βοριά
κι απ' το βαρύ το κάμα
τσιαρδάκι ήμαν στο κάμα σας
και τέντα στη βροχή σας


Ένα πουλάκι ξέβγαινε
Από τον κάτω κόσμο
Βγαίνουν μανούλες το ρωτούν
Και το συχνοξετάζουν

Πες μας, πες μας πουλάκι μου
Πως περνάν στον Άδη;
Εκεί το λένε μαύρη γης
Κι αραχνιασμένο χώμα

Εκεί σε δυο δεν κάθονται
Σε τρεις δε κουβεντιάζουν
Εκεί μοιράζουν το ψωμί
στη μύτ’ απ’ το μαχαίρι

Εκεί μοιράζουν το κρασί
Στον πάτο απ΄ το ποτήρι


Κοίτα με μάνα μ΄κοίτα με
Ώσπου να σκαπετίσω
Κι αν δεν σ’ αρέσω στο κορμί
Πίσω να μη γυρίσω
Στο πάεμα βρίσκω ανοιχτά
Με σιδερένιες κλειδωνιές
Με σιδερένιες πόρτες
Έχουν το χάρο φύλακα
Το γιο του κλειδοκράτη


Σου παραγγέλλω μαύρη γη
Κι αραχνιασμένο χώμα
Τον κόσμο που σου στέλνουμε
Να μ ην τον αραχνιάσεις
Να φτιάνεις δείπνο να δειπνάν
Γιόμα να γιοματίζουν
Μην τους λερώσεις τα σκουτιά
Και μην τα μπαϊτιάσεις
Ήτανε καλοζάκωτοι και καλομαθημένοι


Πουλάκι είχα στο κλουβί
Και το ‘χα ημερωμένο
το τάϊζα τη ζάχαρη
Το πότιζα το μούσκο (μόσχο)
Κι από το μούσκο το πολύ
Κι από τη μυρουδιά του
Μου σκανταλισ’κε το κλουβί
Και μου φυγε τα’ αηδόνι
Κι εγώ πηγαίνω κλαίοντα
Κοντά παρακαλώντα
Γύρνα πίσω π'λάκι μου
Κι άλλο κλουβί σου φκιάνω
Εγώ πίσω δεν έρχομαι
Κι άλλο κλουβί δε θέλω
Θυμάσαι όταν με μάλωνες
Και μ΄έστελνες στο χάρο;
Το πήρα σε παράπονο
Και δεν ξαναγυρίζω


Ένας δερβίσης διάβαινε
Με τα’ άλογο καβάλα
Που πας καλέ δερβίση μου
Που πας καλέ μ΄αφέντη
Πάω στον Άδη να χαθώ
Στο χώμα να σαπίσω


 Απόψε στο σπιτάκι μου
Έχω χαρά μεγάλη
Είχα φίλους και φίλευα
Φίλους απου φιλεύω
Την παναγιά και το Χριστό
Τους δώδεκα Αποστόλους
Παρακαλώ την Παναγιά
Τους δώδεκα Αποστόλους
Να μου χαρίσουν τα κλειδιά
Κλειδιά του Παραδείσου


Χορτάριασε το μνήμα μου
Να ‘ρθεις να βοτανήσεις
Να πεις τραγούδια χλιβερά
Ίσως και μ΄αναστήσεις


Σήκω πουλάκι μ’ το πρωί
Κι ανέβα σε κλαράκι
Και τίναξ’ τα φτερούδια σου
Να πέσουν οι δροσούλες
Να πέσουν τα’ άνθια απ΄τα κλαριά
Τα φύλα από τα δέντρα
Στον ίσκιο σας δεν κάθομαι
Ούτε και στη δροδιά σας
Αν κάτσω Μάη και Θεριστή
Κι ούλον τον Αλωνάρη
Κι αν πάρω κι απ’ τον Αύγουστο
Πεντέξ’ οκτώ μερούλες
Μετά θα πάω στη μάυρη γης
Στ’ αραχνιασμένο χώμα


ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ "ΚΑΘΙΣΤΑ"

Που είστε παλληκάρια μου
Μαύρα παιδιά καημένα
Λίγα και διαλεμένα
Βάλτε τσαρούχια χάλκινα
Μαύρα παιδιά καημένα
Ρολόϊα διαμαντένια
Να πάμε να πατήσουμε του Νικολού τα σπίτια
Τα πάτησαν τα ρήμαξαν
Μαύρα παιδιά καημένα
Και τα ‘καναν βυριάνι (λίμπα)
Πήραν άσπρα πήραν φλουριά
Πήραν μαργαριτάρια
Πήραν τη Νικολάκαινα
Από δεκαοχτώ αντραδέρφια. (κουνιάδια)


Ανάθεμα να ‘χε η Πηνελιώ
Που μο’ φτιασε τα μάγια
Και τα ‘φτιαξε και τα ΄ριξε
τα μάγια στο πηγάδι
και δεν μπορώ να σ’ αρνηθώ
και να σε λησμονήσω
Η Άρτα πέτρα να γενεί
Κι ο Βάλτος να βουλλιάξει
Το δόλιο το Ξηρόμερο
Θεός να το φυλάξει


Μια κόρη από τα Ρίτσαινα
Μια μικροπαντρεμένη
Στον αργαλειό της ύφαινε
Και ψιλοτραγουδούσε
Πουλάκι μου λιφαντινό (Ελεφάντινο)
Και παραπονεμένο
Εκεί που βούλησες να πας
Που βούλησες να μείνεις
Κλαράκι δε βλογάει
Χορτάρι δε φυτρώνει


Πέντε χρόνους γκιζηρούσα
Το γιαλό γιαλό
Την αγάπη μου γυρεύω
Δε μπορούσα να τη βρω
Σαν πηγαίνω και τη βρίσκω
Σε χρυσό μπαχτσέ
Κόβω μήλο και της ρίχνω
Δεν το δέχτηκε
Ρίχνω μάλαμα κι ασήμι
Χαμογέλασε

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.