«Νομάδες από πανάρχαια μήτρα κτηνοτρόφων, τσελιγκάδες, τσοπάνοι, προβαταραίοι, χωρίς δική τους γη και μόνιμη κατοικία, περπατάρηδες και κόσμος από λόγγα, αυτοί είναι οι Σαρακατσάνοι.»
Οι Σαρακατσάνοι ζούσαν κοντά στην φύση με βασική ενασχόληση την κτηνοτροφία. Νομαδικός λαός ακολουθούσε ένα τρόπο ζωής που καθοριζόταν από την εύρεση καλύτερου βοσκότοπου για τα κοπάδια τους, με αποτέλεσμα να μην έχουν κάποιο τόπο μόνιμης διαμονής.
Για το όνομά τους υπάρχουν πολλές και διάφορες ετυμολογίες. Σύμφωνα με τη Σαρακατσάνικη παράδοση πήραν το όνομά τους από τους Τούρκους. Όταν έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι Σαρακατσάνοι φορούσαν μαύρα ρούχα, ως ένδειξη πένθους, και δεν υποτάχθηκαν στον κατακτητή. Οι Τούρκοι τους έβλεπαν στα μαύρα και ανυπότακτους να μετακινούνται συνεχώς. Γι’ αυτό τους ονόμασαν «Καρακατσάν» (καρά = μαύρος και κατσάν = φυγάς, ανυπότακτος ), δηλ. «μαύροι φυγάδες». Από το Καρακατσάν με παραφθορά προήλθε η λέξη «Σαρακατσάνος». Μια άλλη πιθανή ετυμολογία είναι από την τουρκική λέξη σαράν (=φορτώνειν) ή σιαρίκ (= κλέφτης) και την τουρκική μετοχή κατσάν (= φυγάς, ανυπότακτος) γιατί φόρτωναν τα πράγματά τους και μετακινούνταν με τα κοπάδια τους (Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Σαρακατσαναίων, 1996) .
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η λέξη Σαρακατσάνος είναι σύνθετη και την απαρτίζουν δύο πανάρχαιες ρίζες λέξεων. Οι ρίζες αυτές είναι η ρίζα -ΣΑΡ καί η ρίζα -ΚΑΣ.
-ΣΑΡ ο ορεσίβιος βοσκός κτηνοτρόφος.
-ΚΑΣ η καλύβα – κατσούλα πού φέρει το σταυρό.
Με τον συνδυασμό αυτών των δύο αρχαίων ριζών - εννοιών έχουμε την προέλευση τής λέξης ΣΑΡ(α)ΚΑΤΣ(άνοι) πού σημαίνει οι ορεσίβιοι κτηνοτρόφοι που ζουν στις κατσούλες και έχουν τον σταυρό. Οι Σαρακατσάνοι είναι ένα φύλο που φτάνει στην αρχαιότητα. Μπορεί το όνομα τους να είναι σχετικά καινούργιο αλλά δεν γεννήθηκαν ξαφνικά την εποχή της Τουρκοκρατίας ή την βυζαντινή περίοδο.
Με την ανθρωπολογική έννοια οι Σαρακατσάνοι ανήκουν στην ηπειρωτική ποικιλία των ευρωπαιοειδών, και όχι στην Αιγαιακή, που είναι μία ύστερη εξέλιξη. Οι Ευρωπαιοειδείς απλώνονται από τα Πυρηναία ως τον Καύκασο. Ο ανθρωπολογικός τύπος της Πίνδου (continental) είναι ο αρχικός πυρήνας των Ευρωπαίων, γνωστός σήμερα και σαν Διναρικός. Οι Σαρακατσάνοι όμως της Πίνδου απετέλεσαν το κλειδί για την ανίχνευση της προϊστορίας των Ευρωπαίων (Πουλιανός, 1993).
Ανεξάρτητα από τις μετακινήσεις τους και τον εναλλασσόμενο τόπο διαμονής, είχαν τα ίδια ήθη και έθιμα και κυρίως μιλούσαν την ίδια γλώσσα, την ελληνική, απαλλαγμένη από ξένα στοιχεία, αναλλοίωτη, που φέρει χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δωρικής διαλέκτου. Έτσι διατήρησαν πιστά τους κανόνες συμπεριφοράς τους. τις συνήθειες και τα έθιμα. Δεν επέτρεπαν στην περιβάλλουσα αλλοεθνή και ξενόγλωσση κοινωνία να εισβάλλει στη δική τους. Η οικονομική τους ευρωστία, αυτονομία και η διαβίωση τους σε καλές συνθήκες τους οδήγησε, σε μια ουσιαστική και τυπική τήρηση και εφαρμογή των εθιμικών κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράς.
Αρκετά συχνά υπάρχει μια σύγχυση μεταξύ Σαρακατσάνων και Βλάχων, παρόλο που πρόκειται για δύο ξεχωριστά φύλα τα οποία δεν έρχονταν σε επιμειξία μεταξύ τους αλλά ούτε είχαν επαγγελματικές σχέσεις. Το κοινό τους σημείο ήταν η ενασχόληση με την κτηνοτροφία αλλά οι Βλάχοι είχαν ασχοληθεί και με το εμπόριο, τις τέχνες και τα γράμματα. Οι διαφορές του εντοπίζονται στην γλώσσα, τον τρόπο διαβίωσης, τα ήθη και τα έθιμα.