Η σαρακατσάνικη εστία έχει τις ρίζες στον αρχέγονο και στοιχειώδη τρόπο κατασκευής της κατοικίας. Την κυκλική περίκεντρη καλύβα την συναντούμε όμως και κατά την αρχαιότητα στους ναούς της Εστίας. Στηριζόμενη στην ίδια λογική το κονάκι των Σαρακατσάνων έχουν ως επίκεντρο την εστία, την φωτιά.

"…Έτσι το σχήμα της καλύβας δεν έχει την πρωταρχή της γένεσής της μόνο σε τεχνικούς λόγους, αλλά χρωστιέται και στην κυκλική περίφραξη της φωτιάς και τον τρόπο που μαζεύονταν σε κύκλο οι άνθρωποι γύρω από την πυρά για να ζεσταθούν". (Α.Χατζημιχάλη, 1957)

Γι’ αυτό οι Σαρακατσιαναίοι σέβονται και τιμούν την Εστία, όπως ακριβώς λατρευόταν στην αρχαιότητα και η θεά Εστία, κρατώντας τη φωτιά στο κέντρο της καλύβας τους άσβεστη αποδίδοντας της κατά κάποιο τρόπο και αποτρεπτικές ιδιότητες. Μεγάλη σημασία έδιναν οι Σαρακατσιαναίοι και στον τρόπο με τον οποίο την κατασκεύαζαν, με ένα ιδιαίτερο τελετουργικό τρόπο που αποτελούσε σημαντικό μέρος της παραδοσιακής ζωής τους.

Στην Βαλκανική Χερσόνησο συναντάμε αρκετές παρόμοιες ξύλινες κατασκευές αλλά η σαρακατσάνικη καλύβα εμφανίζει την πιο πρόχειρη κατασκευή με τα απλοϊκότερα στοιχεία. Το γενικό της σχήμα όπως είπαμε έχει κυκλική κάτοψη και ωοειδής τομή. Αποτελεί δείγμα αυθόρμητης αρχιτεκτονικής και για το βεργόπλεχτο αποτέλεσμα της χρησιμοποιούνται πρόχειρα υλικά, εύκολά διαθέσιμα στην φύση, όπως κορμούς και κλαδιά δέντρων, προτιμούσαν μακρυά ξύλα, τα λεγόμενα λούρα, πασσάλους, φούρκες ή αλλιώς διχάλες, φτέρες, καλάμια, φυλλώματα, βούρλα, άχυρα κυρίως από βρύζα σίκαλη) κ.ά.

Πριν ξεκινήσει η κατασκευή των καλυβιών έπρεπε να επιλεχθεί η σωστή τοποθεσία του οικισμού όπως αναλύσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Με την εύρεση του κατάλληλου τόπου, έστηναν τις τέντες (σκηνές), που αποτελούσαν την προσωρινή κατοικία κάθε οικογένειας μέχρι να τελειώσει η κατασκευή των καλυβιών. Η κατασκευή κάθε κονακιού αποτελούσε βασικό μέλημα των γυναικών καθώς οι άντρες αναχωρούσαν το ξημέρωμα μετά το άρμεγμα για τα ψηλά λιβάδια. Με αξιοσημείωτη ακρίβεια στις μετρήσεις και σχολαστικότητα οι γυναίκες ξεκινούσαν τα επιμέρους τμήματα της κατασκευής.

Η γηραιότερη των γυναικών τις χώριζε σε δύο ομάδες και αναχωρούσαν για να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα υλικά. Ανάλογα με την περιοχή εγκατάστασης χρησιμοποιούσαν για τα κάθετα στοιχεία κλαδιά από οξιές, έλατα, ιτιές, πεύκα ή βελανιδιές. Αρχικά πήγαιναν στους βάλτους και έκοβαν άχυρα και βούρλα. ‘Ζαλικωμένες’ έπαιρναν τον δρόμο της επιστροφής, δηλαδή έχοντας στην ράχη τους το δεμάτιο με το υλικό που είχαν μαζέψει. Επαναλάμβαναν την διαδρομή και την επόμενη μέρα σε περίπτωση που το υλικό δεν ήταν αρκετό. Στην συνέχεια έκοβαν τα λούρα από τον λόγγο, τα οποία χρησίμευαν για τον σκελετό της καλύβας. Τελευταία έκοβαν την φτέρη, το σπαρτό και τις λυγαριές για να μην ξεραίνονται.

Πριν αναλύσουμε όμως τα στάδια της κατασκευής θα πρέπει να αναφερθούμε στους δύο τύπους που αναφέρονται ως οι κύριοι τύποι του κονακιού. Οι τύποι αυτοί συναντώνται σε όλη την Ελλάδα αλλά και σε όλα τα σημεία εξάπλωσης της σαρακατσάνικης φυλής, από την Πελοπόννησο, την Εύβοια, την Στερεά Ελλάδα, την Θεσσαλία, την Ήπειρο, την Αλβανία, τη Μακεδονία, την νότια Σερβία, τη Θράκη, τον Αίμο και τον Εύξεινο Πόντο.

Ο πρώτος τύπος είναι το ορθό ή τουρλωτό καλύβι. Έχει καθαρά κυκλική κάτοψη, στήνεται κατακόρυφο μέχρι ένα σημείο όπου πλαταίνει και αρχίζει να στενεύει για να καταλήξει σε κωνική κορυφή. Έχει ωοειδής τομή, βεργόπλεχτα τοιχώματα και διπλή επιπρόσθετη στέγη, την κατσούλα.

Ο δεύτερος τύπος είναι το μεγάλο και διπλό καλύβι με τη διπλή σκεπή και την σαμαρωτή στέγη που στηρίζεται σε έναν μεγάλο σκελετό. Το ενώ αποτελεί νεότερη κατασκευή, κυρίως μεταπολεμική. Και στους δύο τύπους των καλυβιών η μπροστινή όψη ονομάζεται αστήθι και η πίσω αποκώλωμα,

Ορθό ή Τουρλωτό Καλύβι
Konaki Ortho 400Το ορθό ή τουρλωτό Καλύβι είναι αυτό που συναντάται πιο συχνά σε όλες τις περιοχές που διέμεναν Σαρακατσάνοι. Στήνεται πιο εύκολα και γρήγορα ενώ απαιτεί μικρότερη ποσότητα υλικού –ξύλα και κλαρώματα- συγκριτικά με το διπλό καλύβι για αυτό και πολύ οικισμοί απαρτίζονταν μόνο από ορθωτά καλύβια.

Για το ορθό καλύβι μπορούμε να διακρίνουμε δύο υποκατηγορίες:

- Το μεγάλο καλύβι που χρησίμευε ως κατοικία. Ήταν προσεγμένη η κατασκευή του και είχε γερό βεργόπλεκτο τοίχωμα και βαριά σκεπή. Το συναντάμε κυρίως στα χειμαδιά και προορίζονταν για μεγάλες οικογένειες και τσελιγκάδες. Η διάμετρος της έφτανε τα 6-6.50 μ.- 22 πόδια - και το ύψος τα 5μ. (εώς την κορυφή της κατσούλας). Το γερό κατακόρυφο κυκλικό βεργόπλεκτο τοίχωμα του καλυβιού μεγαλώνει το άνοιγμα ττου αλλά ταυτόχρονα κρατάει πιο στέρεα τα αλλεπάλληλα στρώματα από χορτάρια και την μεγάλη βαριά σκεπή.

- Πέρα του μεγάλου καλυβιού κατασκεύαζαν και μικρότερες καλυβούλες και παρακαλύβες, οι οποίες σπάνια είχαν κατσούλα, ως βοηθητικούς χώρους για την αποθήκευση των προμηθειών ή για να στεγάσουν τον αργαλειό. Αυτά ήταν η κούρνια – το μικρό καλυβάκι για τις κότες -, ο τσάρκος για τον αργαλειό.

Το μονό (α) διπλό καλύβι

Diplou Domos 1 400

Diplou Domos 2 400

Diplou Domos 3 400

Diplou Domos 4 400

Το μονό (α) διπλό καλύβι αποτελεί το εξελικτικά ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στο ορθό κονάκι και στην διπλή καλύβα. Οι μεγάλες πλευρές του είναι ευθύγραμμες και στενές καμπύλες και σκεπάζεται είτε με σάλωμα είτε με με τέντα. Η κατασκευή του είναι γρηγορότερα αλλά και ευτελέστερη με αποτέλεσμα να μην αντιστέκεται στους ανέμους και να είναι επηρεπές στα νερά τις βροχής.

Έχει ωοειδή κάτοψη ενώ οι διαστάσεις του ποικίλουν, ενώ το ύψος του είναι μεγαλύτερο στην νότια πλευρά με αποτέλεσμα να σχηματίζεται μια κλίση από το αστήθι έως το αποκώλωμα. Στο αστήθι γίνεται το μοναδικό άνοιγμα, η λισιά.

Ο τρόπος κατασκευής είναι παρόμοιος μόνο που τα λούρα δένουν πάνω σε ένα επικλινές προς την βορινή πλευρά Π. Αυτό δημιουργείται με δύο φούρκες, η μία λίγο μεγαλύτερη από την άλλη, πάνω στις οποίες στηρίζεται μία τρίτη, το σούλι.

Τα καλύβια αυτά τα συναντούσε κανείς ανάμεσα στα ορθά, ενώ οι Σαρακατσάνοι τα περιφρονούσαν και τα χρησιμοποιούσαν για αποθήκες ή για να σταβλίσουν τα ζώα.

Τα διπλά (Δίπλα) Καλύβια

Το μεγάλο και διπλό καλύβι αποτελεί εξέλιξη της μονής και την συναντάμε μετά την δεκαετία του ’50, όπως προαναφέραμε. Συνδυάζει τα κατασκευαστικά στοιχεία του ορθού καλυβιού και του μονού καλυβιού. Αυτά ήταν πιο ευρύχωρα, είχαν μεγαλύτερες αντοχές στα καιρικά φαινόμενα αλλά στοίχιζαν παραπάνω καθώς απαιτούσαν περισσότερο υλικό. Τα υλικά ήταν τα ίδια αλλά η κατασκευή είναι πιο περίπλοκη καθώς η δίρριχτη στέγη στηρίζεται πάνω σε φούρκες από κορμούς ή μακρυά κλαδιά ελάτου ή πλάτανου. Ο τρόπος κατασκευής του διπλού καλυβιού έδινε την δυνατότητα επέκτασης του σε περίπτωση που χρειαζόταν η οικογένεια περισσότερο χώρο. Επειδή χρησίμευε για κατοικία, έδιναν πολύ προσοχή στην κατασκευή της και την σάλωναν με πυκνά δεμάτια για να αντέχει στις καιρικές συνθήκες.

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.