Η Αλεξανδρούπολη είναι μεγάλη πόλη, αλλά οι Αλεξανδρουπολίτες δε μοιάζουν και πολύ με αστούς. Το αντίθετο μάλλον. Οι δημόσιοι υπάλληλοι από την Αθήνα γκρινιάζουν όταν τους τοποθετούν εδώ, και οι νεαροί αξιωματικοί που αντιμετωπίζουν αυτή την εξορία στη Θράκη βλέπουν ο ένας τον άλλονμε μισό μάτι. (Δεν ήταν πάντοτε έτσι. Στις ιστορίες που διηγιέται ο φίλος μου ο Γιάννης ο Πελτέκης, που έζησε εδώ μικρός, επί Τουρκοκρατίας, η Αλεξανδρούπολη μοιάζει γεμάτη περιπέτεια και μυστήριο, σαν πολιτεία από τα Παραμύθια της Χαλιμάς).
Την επομένη, οι ράγες του τρένου προχωρούσαν παράλληλα με την Εγνατία Οδό, το δρόμο που έπαιρναν οι λεγεώνες από την Αδριατική για την Κωνσταντινούπολη: ένα νήμα όπου είναι πε-ρασμένη η Αλεξανδρούπολη και καμιά ντουζίνα ακόμα αρχαίες πολιτείες.
Το τρένο που μας μετέφερε πάνω στη στενή σιδηροδρομική γραμμή έμοιαζε παλιοκαιρίτικο σαν άμαξα μουσείου. Ψηλό και στενό, το βαγόνι ήταν βαμμένο έτσι ώστε ν' απομιμείται την υφή του κίτρινου ξύλου και ταπετσαρισμένο με μαδημένο βελούδο με φούντες.
Οι Σαρακατσάνοι δεν ήταν μεγάλοι βιρτουόζοι, αλλά το τραγούδι τους άξιζε για τη δύναμη και την πειθώ του. Μου έκανε εντύπωση ένα από τα τραγούδια τους, όπου η τελευταία λέξη - Μακαρονάδες, επίθετο περιφρονητικό για τους Ιταλούς - είχε προφανώς, αν έκρινε κανείς από το ύφος των λέξεων και από το σκοπό, αντικαταστήσει το όνομα κάποιου πολύ παλαιότερου εχθρού, ώστε να ταιριάξει με τη χειμερινή εκστρατεία του 1940:
Ποιοι είναι αυτοί οι καταπληκτικοί άνθρωποι και από πού προέρχονται; Όπως και για τους ίδιους τους Έλληνες, κανένας δεν το ξέρει. Είναι όλα προβληματικά, αρχίζοντας από το όνομα τους. Η πρώτη αμυδρή αναφορά γι' αυτούς, στις σελίδες του Ευγένιου του Αιτωλού, εμφανίζεται το 1650, και οτιδήποτε προγενέστερο ή μεταγενέστερο είναι λαογραφία και εικασία. Κάθε ένδειξη και κάθε ψήγμα μαρτυρίας είναι περιστασιακά.
Αν είχε γραφτεί τότε το βιβλίο «Οι Σαρακατσάνοι» και αν το είχα διαβάσει, θα κοίταζα πιο προσεχτικά τη φλογέρα του Γιώργου. Εκτός από την ξύλινη φλογέρα που συνηθίζεται σε όλη την Ελλάδα, δυο είδη είναι ή ήταν γνωστά, εκεί σ' αυτούς τους πλανήτες. Το ένα, με βαθύ και βροντερό ήχο, είναι μια πριονισμένη κάννη τουφεκιού όπου έχουν ανοίξει τρύπες στα ανάλογα διαστήματα. Το άλλο είδος, λέει στο Οι Σαρακατσάνοι, το φτιάχνουν με το πιο μακρύ κόκαλο από τη φτερούγα του αετού.