Στη στράτα την Άνοιξη, όπως και το Χινόπωρο, πέρναγαν μέσα ή δίπλα από χωριά και κανιά βολά κι από πολιτείες. Σ' αυτές τις περιπτώσεις κοντοστέκονταν λίγο το καραβάνι, ή κι αναμερώντας καένας πούληγε το τυρί, αγόραζαν τίποτα ψιλοπράματα που τους χρειάζονταν κι οπωσδήποτε τίποτα ψευτογλυκατζούρια και καλούδια για τα μικρά ή για κανιά γριά ανήμπορη και πριν απ' ούλα χαλβούλη! Τα λίμαζαν τα καλούδια τα καημένα τα Βλαχόπ'λα, γιατί πολύ τα στερεύονταν. Αριά και πού τάγλεπαν, κι ύστερα και το φαΐ τους ήταν ολοένα γαλατάκι και ψωμοτύρι, κι αν τούχαν όλα και το τυρί μπόλικο. Και το ψωμί τους ήταν τις περσότερες βολές μπομπότα.

Η διατροφή των Σαρακατσιαναίων την Άνοιξη στη στράτα καθορίζονταν όχι μονάχα απ’ το γενικό βιοτικό τους επίπεδο, Dyo Gynaikesαλλά κι απ’ τις ανάγκες και τις δυνατότητες του ταξιδιού. Βασική τροφή τους ήταν το γάλα, τριμμένο με ψωμί, πολλές βολές τότρωγαν κι άβραστο το γίδινο, γιαούρτι γίδινη σε σακούλα, που κανιά βολά, μετά το πρώτο στράγγισμα, την έβαναν και σε ειδικό τομαράκι (τουλούμι). Ήταν ξυνούλα και ραχατική. Επίσης τυρί φρεσκοαλατισμένο σε καένα κακάβι ή γκαζοντενεκέ. Τίποτα χαλβά που θ' αγόραζαν σε κάνα χωριό ή πολιτεία. Έφκιαναν και κανιά ζυμαρόπιτα ή χλωρόπιτα. Η χλωρόπιτα γέννονταν με αλεύρι, καλαμποκίσιο και σπανιώτερα καθάριο, ανακατωμένο με χλωρό, δηλαδή της τσαντίλας, τυρί και ψημένο στο ταψί με το γάστρο από πάνω. Είναι ευκολόφκιαστο, νόστιμο, παχύ και χορταστικό φαΐ. Έφκιαναν κανιά βολά και κουσμάρι. Το ψωμί, που για το ζύμωμα του έσερναν μαζί τους τη σκαφίδα, τόψεναν κι αυτό στο ταψί, γιατί τους έλειπε στη στράτα η βάτρα. Στα παζάρια που πέρναγαν αγόραζαν κανιά βολά και κάνα φλώρο, χάσικο, καρβέλι ψωμί. Και θυμώμαι πως τότρωγαμε σα νάταν παντεσπάνι!

Από το βιβλίο του Γιάννη Μποτού, "Οι Σαρακατσιαναίοι"

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.