Οι Σαρακατσιαναίοι είναι Έλληνες. Αυτό είναι αναμφισβήτητο. Ζούσαν και κινούνταν από παλιά, στα βυζαντινά χρόνια και τα χρόνια της τουρκοκρατίας, στο χώρο που ζούσε κι ο υπόλοιπος ελληνισμός, με κύρια περιοχή τους το χώρο της σημερινής Ελλάδας. Και με την αποτίναξη του τούρκικου ζυγού στον χώρο αυτόν, κυρίως, της Ελλάδας. Δηλαδή ζούσαν στο χώρο, που στα νεότερα χρόνια σχηματίστηκε το νεοελληνικό έθνος. Είχαν κοινή οικονομική ζωή, έστω και με τον αρχικά στοιχειώδη καταμερισμό της εργασίας, με τον υπόλοιπο ελληνισμό, που πρώτος αυτός και περισσότερο απ’ τους άλλους βαλκανικούς λαούς, ανάπτυξε τον αστικό τρόπο παραγωγής.

Γλώσσα τους είναι η ελληνική. Ο ψυχικός κι ο εθνικός τους χαρακτήρας είναι ελληνικός. Πολέμησαν τους Τούρκους μαζί με τους άλλους Έλληνες και μάλιστα στην πρώτη γραμμή, ένοπλα. Και τέλος είναι Έλληνες, γιατί οι ίδιοι πιστεύουν, θέλουν τον εαυτό τους και περηφανεύονται πούναι Έλληνες.

Η ελληνικότητα των Σαρακατσιαναίων δε μπορεί σοβαρά κι από κανέναν ν’ αμφισβητηθεί.

Αν όμως η εθνικότητα τους είναι δοσμένη κι αναμφισβήτητη, δε συμβαίνει το ίδιο και με την προέλευσή τους, την πρωτοεμφάνισή τους σαν ξεχωριστής λαότητας. Το πρόβλημα αυτό ούτε λυμένο είναι, ούτε εύκολο. Γιατί βέβαια, άλλο εθνικότητα κι άλλο προέλευση. Το νεοελληνικό έθνος σχηματίστηκε απ’ τους παλιούς κάτοικους της χώρας, τους Έλληνες, κι από Βλάχους, Αρβανίτες, Σλάβους, Φράγκους και Τούρκους, που όλοι αυτοί, άλλοι νωρίτερα κι άλλοι αργότερα, αφομοιώθηκαν με τον ντόπιο πληθυσμό κι αναχωνεύτηκαν σ' ένα έθνος, το νεοελληνικό, όπως λέει κι ο Βακαλόπουλος (στο ίδιο σελ. 42-46).

Παράλληλα, μπορούμε να πούμε, ότι και τα ανθρωπολογικά στοιχεία δε λύνουν αυτόματα και τα εθνολογικά κι εθνογενετικά προβλήματα. Γιατί τα πρώτα δεν ταυτίζονται με τα εθνολογικά. Μπορεί νάχουν σχέση μ’ αυτά και να βοηθάν στη λύση τους, μα δεν ταυτίζονται.

Πολλοί, κι ανάμεσα τους κι η Χατζημιχάλη, υποστηρίζουν ότι είναι πανάρχαιοι Έλληνες. Η Χατζημιχάλη (Εισαγωγή, ιδίως στις σελ. κδ'-κς' κλπ.) έχει τη γνώμη, ότι οι Σαρακατσιαναίοι είναι επιβίωση νομαδικών φύλων, που κρατάει απ’ τα πρώτα χρόνια της καθόδου των Ελλήνων (Δωριέων κλπ.) στην Ελλάδα. Ότι στην αρχαιότητα υπήρχαν νομαδικά κτηνοτροφικά φύλα κι αυτός ο νομαδισμός επέζησε ως τις μέρες μας με τους Σαρακατσιαναίους. Νομίζω ότι η γνώμη αυτή της Χατζημιχάλη, αλλά κι άλλων που ασχολήθηκαν με το πρόβλημα αυτό , είναι παρατραβηγμένη και δε μπορεί νάναι σωστή. Έξω απ’ το ότι καμιά γραφτή μαρτυρία δεν έχουμε για ύπαρξη νομαδικών φύλων στην αρχαιότητα, πράμα που κανονικά θα συνέβαινε με τα τόσα γραφτά κείμενα που μας άφησε η ελληνική αρχαιότητα, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς και τούτο το σοβαρό: Όπως ξέρουμε, όλος ο ελλαδικός χώρος στην αρχαιότητα ήταν κατακερματισμένος σε πολυάριθμα κρατίδια-πόλεις, που βρίσκονταν σε συνεχείς και πολλές φορές αδυσώπητες συγκρούσεις μεταξύ τους. Πως λοιπόν, οι αρχαίοι Δόλοπες, ας πούμε, που κατοικούσαν σε μια περιοχή των σημερινών Αγράφων (υπάρχει και τέως Δήμος Δολόπων της Ευρυτανίας, που περιλαμβάνει τα χωριά Καρβασαρά, Μπελοκομήτη, Καρύτσα, Καροπλέσι κλπ.), θα μπορούσαν να κατεβούν για ξεχείμασμα με τα κοπάδια τους σε μια οποιαδήποτε περιοχή της πεδινής Θεσσαλίας, ή πολύ περισσότερο πάρα κάτω, της Φθιώτιδας ή Βοιωτίας ή Αττικής, που αποτελούνταν από ένα σωρό κρατίδια-πόλεις; πως θα τους άφηναν; Όταν είναι γνωστό ότι διαρκώς βρίσκονταν σε σύγκρουση και μάλιστα οι Δόλοπες έκαναν και επιδρομές και αρπαγές; πως στο κράτος της Αθήνας θα μπορούσαν να κατεβούν να ξεχειμάσουν κοπάδια απ’ τα γύρω ή τα μακρινά βουνά, όπως γίνονταν στις μέρες μας, τη στιγμή που τα βουνά αυτά ήταν περιοχή άλλου κράτους κι οι κάτοικοί τους υπήκοοι άλλου κράτους, π.χ. Της Θήβας; Κι αν κατέβαιναν κοπάδια στην Αττική το Χειμώνα, δεν θα τόγραφε κάποιος απ’ τους τόσους αττικούς συγγραφείς; Η πως θα μπορούσαν Αρκάδες να κατεβούν στον κάμπο της Μεσσηνίας ή στην κοιλάδα του Ευρώτα να ξεχειμάσουν, τη στιγμή που εκεί κυριαρχούσαν οι πολεμόχαροι Σπαρτιάτες και θα τους έκαναν Είλωτες;

Η οικονομική και κοινωνική δομή κι ο κρατικός κατακερματισμός της αρχαίας Ελλάδας απέκλειαν, νομίζω, το νομαδισμό. Γιατί ο νομαδισμός ο κτηνοτροφικός, προϋποθέτει εκτός από άλλα και δυνατότητα κι ελευθερία επαγγελματικής μετακίνησης με κοπάδια μέσα σε εκτεταμένη γεωγραφική περιοχή, δυνατότητα που δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Έπειτα, με τις τόσες αναστατώσεις, ξένες κυριαρχίες, μεταναστεύσεις, εισβολές, πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές και τόσες άλλες αλλαγές που έγιναν στον ελλαδικό χώρο μετά την αρχαιότητα, δεν είναι, λογικά, δύσκολο, να φανταστεί κανείς, ότι επέζησαν, έστω και λίγα απομεινάρια, νομάδες ίδιοι κι απαράλλαχτοι επί τόσους πολλούς αιώνες;

Η Χατζημιχάλη για να στηρίξει τη γνώμη της, φέρνει και το επιχείρημα των πρωτόγονων ειδωλολατρικών δοξασιών, τελετών κλπ., που επιζούν στους Σαρακατσιαναίους. Είναι σωστό ότι στους Σαρακατσιαναίους οι ειδωλολατρικές επιβιώσεις είναι και πιο πολλές και πιο έντονες και πιο καθαρές απ’ ό,τι στον άλλον πληθυσμό της χώρας. Αυτό όμως δεν είναι και απόδειξη, ότι οι Σαρακατσιαναίοι είναι υπόλοιπα παλιών ελληνικών νομαδικών φύλων. Απλούστατα, όταν άρχισε να διαμορφώνεται το νομαδικό αυτό σύστημα των Σαρακατσιαναίων στο Μεσαίωνα, φυσικό ήταν, οι επιβιώσεις του παλιού ειδωλολατρικού και αρχαιοελληνικού κόσμου, να ήταν τότε πολύ περισσότερες, πιο έντονες, καθαρές και ποικίλες σε όλον τον ελλαδικό πληθυσμό, λόγω της πιο κοντινής, απ’ ό,τι σήμερα, απόστασης, απ’ την αρχαιότητα. Και κείνο το μικρό, σχετικά, μέρος του πληθυσμού που έγιναν νομάδες κράτησε κι αυτές τις επιβιώσεις που είχε στη ζωή του, κι όπως ξεκόπηκε κατά κάποιον τρόπο απ’ τον άλλον πληθυσμό χάρη στο επάγγελμά του κι απομονώθηκε κοινωνικά, ήταν φυσικό να διατηρήσει, μέσα στην καθυστέρησή του, που δέχονταν τη λιγότερη επίδραση απ’ τον περίγυρο και την κοινωνική ανέλιξη και πρόοδο του τόπου, αυτές τις ειδωλολατρικές κλπ. επιβιώσεις πιο ατόφιες και πιο ζωντανές. Μόλις γκρεμίστηκε στις μέρες μας η βάση του νομαδισμού, η φεουδαρχία, και πήρε τον κατήφορο κι ο ίδιος ο νομαδισμός κι αναγκάστηκαν οι νομάδες ν’ ανακατωθούν με τον άλλον πληθυσμό και άλλα επαγγέλματα, κυρίως τη γεωργία, άρχισαν να σβήνουν και σχεδόν έσβησαν πιά κι οι επιβιώσεις αυτές.

Ο Κρυστάλλης (Άπαντα, επιμέλεια Περάνθη, 1952, Τόμος 2ος σ. 451) αναφέρει ότι οι Σαρακατσιαναίοι προέρχονται απ’ τους Κατσάνους των Κατσανοχωριών των Γιαννίνων, ότι προήλθαν απ’ τη διάλυση πολλών κοινοτήτων της Ηπείρου, που οι κάτοικοί τους εγκατέλειψαν τις εστίες τους για να γλυτώσουν απ’ το παιδομάζωμα (σ. 451), ότι την εποχή του πάτερ-Κοσμά το Συρράκο είχε μεγαλώσει τόσο, που πολλοί κάτοικοι του διασκορπίστηκαν κι ακολούθησαν τον πλάνητα βίον των Σαρακατσαναίων (σ. 461). Αυτά δε μπορεί νάναι σωστά. Πρώτα-πρώτα οι Σαρακατσιαναίοι πρέπει να υπήρχαν όταν ήρθαν οι Τούρκοι και δεν εμφανίστηκαν μετά τον ερχομό τους. Η περίπτωση του Συρράκου αποκλείεται νάχει σχέση με τους Σαρακατσιαναίους, για το λόγο ότι το Συρράκο ήταν χωριό βλαχόφωνο κι οι Σαρακατσιαναίοι δεν είχαν καμιά σχέση, από άποψη προέλευσης, με τους βλαχόφωνους Βλάχους. Μεμονομένες τυχόν περιπτώσεις οικογενειών απ’ το Συρράκο, που μπορεί να έφυγαν απ’ το χωριό, νάγιναν σκηνίτες κτηνοτρόφοι και ανακατώθηκαν κι αφομοιώθηκαν απ’ τους Σαρακατσιαναίους, δεν αλλάζουν το πράμα. Όσο για τους Κατσάνους, και μ’ αυτούς δε μπορεί νάχει καμιά σχέση η προέλευση των Σαρακατσιαναίων και για το λόγο ότι οι Κατσάνοι «απεδήμουν κυρίως χάριν εμπορίας.... Τους Κατσάνους διακρινόμενους διά το εμπορικόν και αποταμιευτικόν των πνευμα, οι κάτοικοι της λοιπής Ηπείρου αποκαλούν σκωπτικώς Εβραίους» (Δ. Λουκάτος, Έπετηρίς Λαογραφικού Αρχείου, τόμος ΙΓ' και ΙΔ' σελ. 390), και οι Σαρακατσιαναίοι και μ’ άλλα επαγγέλματα δεν είχαν σχέση, μα ακόμα περισσότερο δεν είχαν σχέση με το εμπόριο.

Επίσης η γνώμη, που αποκρούεται από ειδικούς ερευνητές κι επιστήμονες και πειστικότατα, ότι οι Σαρακατσιαναίοι είναι εξελληνισμένοι Ρουμούνοι-Βλάχοι, κι αυτή οπωσδήποτε δεν είναι σωστή. Άλλωστε η προέλευση των βλαχόφωνων Βλάχων είναι γνωστή.

Το πιθανότερο, ίσως, είναι ότι ο κτηνοτροφικός νομαδισμός και η εμφάνιση των Σαρακατσιαναίων στην Ελλάδα και γενικότερα στο βαλκανικό χώρο είναι δημιούργημα της φεουδαρχίας του Μεσαίωνα. με την επικράτηση της φεουδαρχίας δημιουργήθηκαν εκτεταμένα κτήματα, που δεν καλλιεργούνταν εντατικά, μεγάλο μέρος τους έμενε χέρσο, άρα κατάλληλο για βοσκή κοπαδιών. Κι ίσως νάχει και κάποια σχέση με την κάθοδο και τις εισβολές των ξένων φύλων, που έγιναν στα βυζαντινά χρόνια και που τα φύλα αυτά όταν κατέβηκαν στον ελλαδικό χώρο βρίσκονταν σε καθυστερημένο κοινωνικό στάδιο, ζούσαν σε πάτριες κι ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Βοήθησε βέβαια στην εμφάνιση και τη δημιουργία του νομαδισμού και η εδαφική διαμόρφωση της χώρας μας με τα πολλά βουνά και τις ξεκομμένες πεδινές εκτάσεις. Και απ’ αυτή την άποψη θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ότι η περιοχή της πρωτοεμφάνισης ή της διαμόρφωσης των Σαρακατσιαναίων και του νομαδικού τρόπου ζωής τους στάθηκε η περιοχή, ή η κυριότερη έστω περιοχή, της Ηπείρου-Αγράφων-Ακαρνανίας και γενικά της Δυτικής Στερεάς, που και εδαφολογικά προσφέρονταν καλύτερα γι’ αυτό, με τα πολλά βουνά και τα πολλά ζεστά χειμαδιά που έχει κοντά στη θάλασσα, αλλά και που είχε ανέκαθεν κτηνοτροφική παράδοση.

Αλλά ο κτηνοτροφικός νομαδισμός μπορεί να εμφανίστηκε στην Ελλάδα απ’ τα βυζαντινά ακόμα χρόνια, η εποχή όμως που άνθισε, ήταν η εποχή της τουρκοκρατίας, που του έδινε δυο σοβαρά πλεονεκτήματα: Εκτεταμένες βοσκές λόγω της πλήρους σχεδόν επικράτησης της φεουδαρχίας και της ύπαρξης των τσιφλικιών και δυνατότητα μετακίνησης σ' όλον το βαλκανικό χώρο, που αποτελούσε μια επικράτεια.

Το ζήτημα αν, όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Βαλκανική, οι Σαρακατσιαναίοι ήταν απλωμένοι σ' όλη την περιοχή της ή μόνο στον ελλαδικό χώρο, είναι συζητήσιμο. Ίσως να μην ήταν απλωμένοι, αλλά όπως και νάχει το πράμα, η τούρκικη κυριαρχία κι αν δε στάθηκε αιτία και δημιουργός της διασποράς τους στη Βαλκανική, σίγουρα τη διευκόλυνε αντικειμενικά τη διασπορά αυτή.

Γενικά το πόσο αδιάσπαστα δεμένος είναι ο νομαδισμός των Σαρακατσιαναίων με τη φεουδαρχία, φαίνετα κι από τούτο: Με την απελευθέρωση της χώρας το Εικοσιένα, και τη διατήρηση άθικτων των τσιφλικιών, η νομαδική τους κτηνοτροφία παρουσίασε μια άνθιση όλον το 19ο αιώνα στο χώρο του ελευθέρου Ελληνικού Κράτους, γιατί έλλειψε κι η ξένη κυριαρχία με την εθνική καταπίεση που συνεπάγονταν.

Με την αγροτική όμως μεταρρύθμιση μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, που ανέτρεψε τη φεουδαρχική δομή της υπαίθρου και διάλυσε τα τσιφλίκια, πήρε αμέσως τον κατήφορο κι η νομαδική κτηνοτροφία, και στις μέρες μας εξαφανίστηκε πιά.

Από το βιβλίο του Γιάννη Μποτού "Οι Σαρακατσιαναίοι"

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.