ια = για, να

ιατί = γιατί

ιάτος = νάτος.

ίγγλα= δερμάτινη λουρίδα, ζώνη με την οποία δένεται το σαμάρι, ζώστρα Από την αρχαία ελληνική λέξη «γιγγλυσμός»= στρόφιγγας, δέσιμο.

ιδγιάζου, ιδιάζω, ιδιάζου = ετοιμάζω τα νήματα για τον αργαλειό να υφάνω, Κάθε κουβάρι νήμα γίνεται μια κλωστή που τυλίγεται πολλές φορές στην ιδιάστρα και πολλές κλωστές μαζί φτιάχνουν το διασίσι

ιδείτι = να δείτε

ιδέσια = ειδίσια.

ιδιάστρα, διάστρα = εξάρτημα στο οποίο ιδιάζω το στημόνι

ίδρουσι του τυρί = έβγαλε νερό πάνω στην επιφάνειά του, που σημαίνει ότι ολοκληρώθηκε η πήξη είναι έτοιμο για την τσαντίλα

ίδρουτου = ιδρώτας  

ιδρωκουπάω = ιδρώνω πάρα πολύ

ιδώ = εδώ

ιδώθι, δώθι = προς τα εδώ

ιδώια = εδώ ακριβώς.

ικεί = εκεί

ικεία = εκεί ακριβώς.

ικειόια = εκείνο εκεί.

ικειός, ικείνη, ικειό = εκείνος,-η,-ο

ιλάτι = έλατος

ιλατιάς = πανύψηλος έλατος.

ιλάτσι, ιλιάτσι, = φάρμακο η πράξη θεραπείας

ιλάφι = ελάφι

ίλιγγας = παράσιτο (μικροσκοπικό έντομο).

ινάντιους, -α, -ου = ενάντιος, αντίθετος, αντίπαλος.

ινάτι = γινάτι, θυμός

ιννιάρα, εξάρα, τριάρα = εννιάρα, παιδικό "επιτραπέζιο" παιχνίδι που παίζεται με εννιά άσπρα και εννιά μαύρα χαλίκια (παίζονταν και στο χώμα , η χαραγμένη σε επίπεδη πλάκα η βράχο, κακκάβι (κατσαρόλα) που χωράει αντίστοιχες οκάδες.

ιντουλές, = το έθιμο γιουμάτα όπου ο αρχηγός έδινε εντολές

ιξόν =εκτός.

ιπιλουή = επιλογή

ιπρουπέρσι, προυπέρσι = πρόπερσι

ιπρουχτές, προυχτές = προχθές

ιργάτ’σα = εργάτρια

ισιάδα = ομαλός τόπος, ίσιωμα, ίσια ευθεία, αληθινά

ισιάζου = τακτοποιώ, ισιώνω, συμφωνώ, τελειώνω μια πράξη

ίσιαμι ιδώ = μέχρις εδώ, ίσιαμι  ικεί μέχρις εκεί, ίσιαμι τώρα μέχρι τώρα.

ίσιουμα, ίσιωμα =ισιάδα, επίπεδο και ομαλό μέρος, λάκκα

ισκιουμένους = βλέπει φαντάσματα

ίσκιους = ο ίσκιος και η σοβαρότητα στον άνθρωπο η βαρύτητα στον άνθρωπο

ισκιουτόπι =τόπος οπού απαντώνται τα δαιμονικά, αγερικά, φαντάσματα ( συνήθως τα διάσελα, οι πηγές, οι όχθες των ποταμών)

ίσκιωμα, ίσκιουμα = φάντασμα, δαιμονικό, η αρρώστια άνθρακας που έχει δαιμονική χροιά

ισκιώνου = δίνω σοβαρότητα, δίνω αξία, εμπνέω σεβασμό

ίσκνα = μύκητας των δέντρων που γίνεται φιτίλι για το τσακμάκι

ιστιρνά = γεράματα.

ίταμους = φυτό που μοιάζει με το έλατο.

ιτεύω = γιατρεύω πρακτικά, σταυρώνω

ίτιμα =γιατριά, θεραπεία δαγκωμένου μέρους του σώματος από σκύλο ρίχνοντας στο πληγωμένο μέρος ζεστό λάδι

ίτσια =χαμόκλαδα με λουλούδια

ιφκιώμι = εύχομαι, εκφράζω τις ευχές μου

ιχλής =πρακτικός γιατρός (ορθοπεδικός

ιχούμινους, -η, -ου = βασταζούμενος,αυτός που έχει μεγάλη περιουσία, πολύ βιό, πλούσιος

ιχτές = εχθές.

ιψές = εχθές το βράδυ

ιψουμα = ύψωμα 

Από το βιβλίο του Ζήση Κατσαρίκα, «Σαρακατσάνικη Λαλιά»

{loadpositionmyposition}

Sorry, this website uses features that your browser doesn’t support. Upgrade to a newer version of Firefox, Chrome, Safari, or Edge and you’ll be all set.